- σατράπης
- Διοικητής επαρχίας στο αρχαίο περσικό κράτος. Παράλληλα προς τα διοικητικά του καθήκοντα ο σ. είχε και δικαστικές εξουσίες και φρόντιζε επίσης για τη συγκέντρωση και την αποστολή στο «μέγα βασιλέα» των φόρων της σατραπείας του. Επιπλέον ήταν υπεύθυνος για τη στρατολογία και την εκπαίδευση των στρατεύσιμων. Στο αξίωμα αυτό διορίζονταν πρόσωπα τα οποία ανήκαν στην ανώτερη κοινωνική τάξη της αρχαίας Περσίας.
* * *ο, ΝΜΑ, θηλ. σατράπισσα Ν, και σατράππης και σαδράπας και σάτρης και ἐξατράπης και ξατράπης και ζατράπης Α(στην αρχ. Περσία) διοικητής περσικής επαρχίας, τής σατραπείαςνεοελλ.1. ηγέτης κράτους που ασκεί τυραννική εξουσία2. άνθρωπος τυραννικός, δεσποτικός που οι πράξεις του χαρακτηρίζονται από αυταρχικότητα και αυθαιρεσίααρχ.1. Ρωμαίος άρχοντας2. λατρευτική προσηγορία θεού3. πομπώδης χαρακτηρισμός πλουσίου, αξιωματούχου ή ένδοξου προσώπου («σατράπης ἐκ πένητος», Λουκιαν.)4. στον πληθ. oἱ σατράπαιοι πέντε αρχηγοί τών Φιλισταίων («καὶ ἀνέβησαν πρὸς αὐτὴν οἱ σατράπαι τῶν ἀλλοφύλων», ΠΔ)5. (κατά τον Ησύχ.) «ζατράπηςὁ βασιλεύς»).[ΕΤΥΜΟΛ. Δάνειο από το αμάρτυρο περσ. *xsaθra-pā- «προστάτης τής πατρίδας» (πρβλ. αρχ. περσ. xšaθra-pāvan-) < xšaθa- (πρβλ. κτῶμαι) + pāiti (πρβλ. ποιμήν, αρχ. ινδ. pāti «προφυλάσσω, προστατεύω»). Οι τ. ξατράπης, ἐξατράπης, ξαθράπης, ἐξαιθράπης (απ' όπου ἐξαιθραπεύω), που παραδίδονται σε επιγραφές, είναι πλησιέστεροι φωνητικά προς τον ιραν. τ., αλλά πιθ. οφείλονται σε επίδραση τού προθεματικού ἐξ- (< ἐκ)].
Dictionary of Greek. 2013.